30 Ιουνίου 2016

Η Θεια – Αριάδνη


Γράφει  ο Δημήτρης Κεφαλίδης


Ο μπάρμπα - Στρατής  και η  θειά Αριάδνη  
Η θεια Αριάδνη* ήταν γειτόνισσα μας στον κάμπο, όπου περνούσαμε τους πιο ζεστούς μήνες της χρονιάς ως του Αγίου Δημητρίου σχεδόν. Τα περιβόλια μας συνόρευαν σε μια πλευρά, αλλά η κατούνα των ήταν στην άλλη άκρη πάνω στην "κεντρική λεωφόρο" της Απιδιάς Λάκκου. Τη Θεια Αριάδνη τη γνώριζα όμως πολύ καλά και γι΄ άλλους λόγους. Συνέβαινε κείνα τα χρόνια ο μπάρμπα-Στρατής, ο άντρας της, να   ’χει μπακάλικο στο χωριό, και για τις ανάγκες της γειτονιάς άνοιγε στον κάμπο -σε μια αποθηκούλα πλάι στην κατούνα- ένα παράρτημα του μαγαζιού του, που το δούλευε ολημερίς εκείνη. Κι  εκεί ήμουν ταχτικός πελάτης για δικά μας ψωνίσματα ή και "χουσμέτια". Και σαν πελάτη μ’ είχε η Θεια Αριάδνη από καλό μάτι που. λέμε.
            Για κακή μου τύχη όμως έλαχε να υπάρχει κι  ένα δεύτερο παράρτημα μπακαλικής στο μαχαλά, του «Τσιφαλελ΄» πεντακόσια μέτρα παρακάτω. Και κάθε φορά που είχα εντολή να ψωνίσω απ’ εκεί, είχα τύψεις πώς να περάσω τον τράφο της θεια Αριάδνης δίχως να πάρει χαμπάρι, πως αλλαξοπίστευσα. Κείνες οι "συμπληγάδες" μου κόστιζαν και ώρα απ’ το παιχνίδι μου να παραφυλάγω πότε θα ‘μπαινε στο σπίτι ή στο μαγαζί, αλλά και νεύρα ώσπου να προσπεράσω απαρατήρητος. Γιατί δεν ήθελα να τα χαλάσω μαζί της, μιας και με είχε σε μεγάλη υπόληψη, αφού ήμουν όπως έλεγε -όχι πως θέλω να το καυχηθώ τώρα στα  γεράματα- το "καλύτερο μουρέλλ’ τ’ς γειτουνιάς μας".

           Ήταν -καθώς λέγαν όλοι- μια επιδέξια νοικοκυρά και τετραπέρατη γυναίκα, ο λόγος της είχε βάρος και οι "συμβουλές" της ζυγίζανε καντάρια. Όλες οι γυναίκες την σέβονταν, την πρόσεχαν και προπάντων την ....άκουγαν. Εκτός από μια τσεκουράτη φωνή, που δεν χάριζε σε κανέναν κάστανα κι  έδινε τον τόνο στη συνηθισμένη βραδινή γειτονιά της ακρογιαλιάς, έπαιρνε πρωτοβουλίες για λειτουργίες στα ξωκλήσια, διοργάνωνε εκδρομές στα Θέρμα, στον
Άγιο Ερμογένη ή σε πανηγύρια. Ποια γυναικούλα να  ‘λεγε «ΟΧΙ» στην Αριάδνη;

            Ένα σπιτικό υπόδειγμα φαμέλιας και τα παιδιά τους, τη λεύτερη ακόμα κόρη των, τη Ρηνούλα –γιατί τη μεγάλη την Άννα, που ‘τανε παντρεμένη στην Αμερική δεν την πρόλαβα- και τους δυο γιους των**, τα ‘χανε στη μικρή μας κοινωνία όλοι για παράδειγμα. Έλαμπε κι  άστραφτε το νοικοκυριό της, οι συνταγές της δίναν και παίρναν για γλυκίσματα, μαγειρευτά, κεντήματα ή γιατροσόφια. Η μεγαλύτερη όμως επίδοσή της ήταν να κουμαντάρει το σπίτι της με σίγουρο και σταθερό χέρι αόρατη.
Τ’ αφεντικό κι ο νοικοκύρης ήταν κι  έμενε πάντα ο μπάρμπα-Στρατής.

...............................
*Αριάδνη Γιαννίκου
** Γιώργος και Μιχάλης Γιαννίκος 

Το παρακάτω κείμενο  στην  πρωτοδημοσιεύτηκε 
στο ΒΗΜΑ της Γέρας 




Δεν υπάρχουν σχόλια: